Οι εξαιρετικά χαμηλές τιμές ηλεκτρικού ρεύματος που προέκυψαν στους τελευταίους διαγωνισμούς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) φέρνουν πιο κοντά τη λεγάμενη… επανάσταση της καθαρής ενέργειας. Τεράστιες επενδύσεις «πράσινης» ενέργειας καθίστανται πλέον πιο ελκυστικές.
Οι τιμές που διαμορφώθηκαν για την παραγόμενη μεγαβατώρα από ανεμογεννήτριες (μεταξύ 55 ευρώ/MWh και 65,37 ευρώ/MWh) μπορούν να αναδείξουν την αιολική ενέργεια στην πιο ανταγωνιστική μορφή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας.
Στους τελευταίους διαγωνισμούς «πράσινης» ενέργειας οι επενδυτές με επιθετικές προσφορές κατοχύρωσαν έργα πολλών μεγαβάτ. Οι διαγωνισμοί, που οργανώνονται από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ), είναι μειοδοτικοί και οι παίκτες που συμμετέχουν «χτυπούν» για την τιμή αποζημίωσης σταθμών ΑΠΕ ανά παραγόμενη μεγαβατώρα. Όσο χαμηλότερη, τόσο μεγαλύτερο το όφελος για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και την εθνική οικονομία.
Ειδικότερα, αιολικά έργα (3 MW με 50 MW) κατοχύρωσαν η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, η ελληνοϊσπανικών συμφερόντων ΡΟΚΑΣ Iberdrola, ο πορτογαλικός ενεργειακός κολοσσός EDPR (το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών μετά την αποκρατικοποίησή του κατέχουν πλέον Κινέζοι), η Volterra, η Ostria, η J&P ΑΒΑΞ, η ΙΝΤΡΑΚΑΤ, Total EREN κ.ά. Η μεσοσταθμική τιμή ανά μεγαβατώρα ανήλθε σε 58,58 ευρώ, δηλαδή 26,56% χαμηλότερη από την τιμή εκκίνησης (79,77 ευρώ/MWh).
Προεξοφλούν θετικές εξελίξεις
Όπως αναφέρει παράγοντας της αγοράς, «η συμπεριφορά των συμμετεχόντων στους διαγωνισμούς δείχνει ότι οι επενδυτές προεξοφλούν θετικές εξελίξεις για την ελληνική οικονομία και δηλώνουν στην κυβέρνηση ότι είναι εδώ για να επενδύσουν, παρότι ακόμη δεν έχει μπει σε λειτουργία η νέα αγορά, δεν έχουν ξεμπλοκάρει όλες οι διαδικασίες, παραμένουν η γραφειοκρατία και άλλες στρεβλώσεις της αγοράς». Δεν είναι άλλωστε τυχαία και η πανηγυρική δήλωση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Γιώργου Σταθάκη, ο οποίας διαπίστωσε ότι η μαζική συμμετοχή ξένων επενδυτών στους διαγωνισμούς για επενδύσεις σε «πράσινη» ενέργεια αποδεικνύει τη μεταστροφή του διεθνούς κλίματος για την ελληνική οικονομία, επισημαίνοντας ότι το κόστος των ΑΠΕ μπορεί πλέον να συγκριθεί ευθέως με εκείνο των συμβατικών καυσίμων.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι για τα μεγάλα φωτοβολταϊκά πάρκα (1 με 20 MW), η ανταγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών ματαιώθηκε από τη ΡΑΕ για λόγους δημοσίου συμφέροντος και στρέβλωσης του ανταγωνισμού και η νέα προκήρυξη αναμένεται εντός του Ιανουάριου 2019.
Όσο για τα μικρά φωτοβολταϊκά (ισχύος μικρότερης του 1MW) στον διαγωνισμό συμμετείχαν συνολικά 192 έργα. Οι τιμές κυμάνθηκαν από 68,99 ευρώ/ MWh έως 63 ευρώ/MWh, καταγράφοντας μείωση 18,52% από την τιμή εκκίνησης (81,71 ευρώ/MWh).
Πλεονεκτήματα για την Ελλάδα
Η εξέλιξη των τιμών στους διαγωνισμούς, με δεδομένο το πλούσιο αιολικό δυναμικό και τα υψηλά ποσοστά ηλιοφάνειας, δίνουν στην Ελλάδα συγκριτικά πλεονεκτήματα έναντι των υπόλοιπων χωρών της ευρύτερης περιοχής της Νότιας Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Είναι ξιοσημείωτο ότι ο νησιωτικός χώρος του Αιγαίου διαθέτει δυνατότητες για ανάπτυξη έργων πάνω από 10.000 MW αιολικής ενέργειας, που σε συνδυασμό με τα μεγάλα έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων (των νησιών με το ηπειρωτικό σύστημα ηλεκτρισμού) και την αποθήκευση ενέργειας, μέσω αντλησιοταμίευσης, μπορεί να φέρουν νέες επενδύσεις που θα ξεπεράσουν τα 10 δισ. ευρώ.
Κατ’ αρχάς, οι μειωμένες τιμές της μεγαβατώρας των ΑΠΕ δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερο κίνητρο για να προχωρήσουν με ταχύτητα τα έργα διασυνδέσεων, τα οποία θα οδηγήσουν σε περιορισμό, κατά πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, του κόστους ενέργειας για τον οικιακό καταναλωτή (λόγω του περιορισμού των χρεώσεων ΥΚΩ στα τιμολόγια ρεύματος). Και αυτό διότι διασυνδέσεις, έργα ΑΠΕ και αποθήκευση ενέργειας αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία.
Οι διασυνδέσεις πυροδοτούν νέες επενδύσεις σε αιολικά και αποθήκευση ενέργειας στα νησιά, η οποία θα μπορεί να διοχετευθεί στο σύστημα. Ειδικά η μεγάλη ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με την Αττική, η οποία καθυστερεί με τρόπο επικίνδυνο για την οικονομία και την ενεργειακή ασφάλεια του νησιού, καθώς και η διασύνδεση των Δωδεκανήσων, μέσω Κρήτης, θα δώσουν δυνατότητα πλήρους αξιοποίησης του αιολικού δυναμικού του Αιγαίου και θα οδηγήσουν σε συνολικές επενδύσεις που μόνο στις διασυνδέσεις θα φτάσουν τα 4 δισ. ευρώ στα επόμενα χρόνια.
Υποδομές αποθήκευσης
Σε ό,τι αφορά την αντλησιοταμίευση, η Ελλάδα είναι ιδανική χώρα διότι διαθέτει αφενός υδάτινους πόρους, υψομετρικές διαφορές και έτοιμους ταμιευτήρες (παλαιότερα υδροηλεκτρικά έργα) και αφετέρου σημαντικές πηγές ΑΠΕ, οι οποίες όμως είναι στοχαστικές και χρειάζονται υποδομές αποθήκευσης για να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά. Η αντλησιοταμίευση είναι μια… επαναφορτιζόμενη «φυσική μπαταρία» που αποτελείται από δύο ταμιευτήρες νερού (φυσικούς ή τεχνητούς), με μια σημαντική υψομετρική διάφορά μεταξύ τους, οι οποίοι επικοινωνούν μέσω αγωγού (ή αγωγών) με μια αντλία. Οι συγκεκριμένες επενδύσεις έχουν τεράστια εγχώρια προστιθέμενη αξία (ξεπερνά το 70% ή και το 80%, ποσοστό σπάνιο για μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις), ενώ μπορούν να ξεπεράσουν κατά πολύ το ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Το μόνο που απαιτείται για να προχωρήσουν είναι να καταλήξει η κυβέρνηση στο αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο.
Με όλα αυτά καθίσταται σαφές ότι ανοίγεται πλέον για την Ελλάδα μια μοναδική επενδυτική και οικονομική ευκαιρία. Το ζητούμενο είναι αν και το πολιτικό σύστημα θα την αντιληφθεί και θα την εκμεταλλευτεί εγκαίρως, διευκολύνοντας και επιταχύνοντας τις σχετικές επενδύσεις.
Οφέλη από την τεχνολογική πρόοδο
Στα πλεονεκτήματα της ανάπτυξης έργων ΑΠΕ σήμερα πρέπει να συνυπολογιστεί ότι η αποκλιμάκωση του κόστους θα συνεχιστεί. Σε αυτό συνηγορεί η σημαντική τεχνολογική πρόοδος του εξοπλισμού (νέες ανεμογεννήτριες, σύγχρονα φωτοβολταϊκά πάνελ κ.λπ.), ο οποίος αποτελεί και το μεγαλύτερο κόστος κάθε επένδυσης.
Όπως σημειώνουν παράγοντες του χώρου, ορισμένα έργα που «πέρασαν» στους διαγωνισμούς θα χρησιμοποιήσουν εξοπλισμό σημαντικά χαμηλότερου κόστους από αυτόν που είναι σήμερα διαθέσιμος στην αγορά, ο οποίος θα παραδοθεί προς χρήση από τις κατασκευάστριες εταιρείες την προσεχή διετία – τριετία.
Η τεχνολογική πρόοδος έχει αυξήσει και την αποδοτικότητα των νέων ανεμογεννητριών, οπότε δεν είναι πλέον αναγκαίο να τοποθετούνται μόνο σε περιοχές μεγάλου υψομέτρου, οι οποίες αποτελούσαν προτεραιότητα στο παρελθόν λόγω του υψηλού αιολικού δυναμικού τους. Έτσι μειώνεται το κόστος πρόσβασης, αλλά και διασύνδεσης, με το οποίο επιβαρύνονται επενδύσεις σε διάφορες περιοχές, όπως π.χ. στην Εύβοια.
Πηγή: «Το Βήμα»