Η Airbnb αλλάζει: από ραγδαία άνοδο σε εποχή ορίων
Η Airbnb, από τα πρώτα της βήματα έως σήμερα, κατάφερε να μεταμορφώσει τον τουριστικό και αστικό χάρτη. Το 2017, τα έσοδά της ανήλθαν σε 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια, αποφέροντας καθαρά κέρδη ύψους 93 εκατομμυρίων δολαρίων. Μέχρι το τέλος του 2020, οι προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν: τα κέρδη ξεπέρασαν τα 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια, σε μια χρονιά που παρά τις παγκόσμιες αναταράξεις, η εταιρεία απέδειξε τη δυναμική της.
Η πλατφόρμα, σύμφωνα με τα δικά της στοιχεία, προσφέρει πλέον πάνω από 7 εκατομμύρια ακίνητα σε όλο τον κόσμο, με περίπου 2,9 εκατομμύρια ενεργούς οικοδεσπότες ήδη από το 2019. Το επιχειρηματικό της μοντέλο βασίζεται στη διαμεσολάβηση μεταξύ ιδιοκτητών και ταξιδιωτών, αποκομίζοντας έσοδα τόσο από τους οικοδεσπότες όσο και από τους επισκέπτες μέσω προμηθειών και τελών υπηρεσιών.
Η αξία της εταιρείας διαμορφώνεται κυρίως από τέσσερις βασικούς παράγοντες:
-
Τον μέσο αριθμό επισκεπτών ανά καταχώριση κάθε έτος
-
Τον συνολικό αριθμό καταχωρίσεων
-
Το μέσο ενοίκιο ανά επισκέπτη
-
Το ποσοστό κέρδους που διατηρεί η ίδια η Airbnb
Το σήμερα: Ρυθμίσεις και περιορισμοί χτυπούν την πόρτα
Ωστόσο, το περιβάλλον αλλάζει. Πολλές πόλεις, και κυρίως η Αθήνα, αρχίζουν να επιβάλλουν περιορισμούς στις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Το φαινόμενο της Airbnb έχει κατηγορηθεί για την άνοδο των ενοικίων, την έξαρση της στεγαστικής κρίσης και την αλλοίωση της τοπικής ζωής σε γειτονιές με έντονη τουριστική πίεση.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη δρομολογήσει αυστηρότερες ρυθμίσεις στην Αθήνα, ειδικά για περιοχές που πλήττονται από έλλειψη κατοικιών για τους ντόπιους. Οι νέες απαγορεύσεις στοχεύουν στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και στη σταδιακή επαναφορά της μακροχρόνιας μίσθωσης.
Μια ήπια πρόβλεψη για το αύριο
Εφόσον συνεχιστεί αυτή η ρυθμιστική κατεύθυνση και σε άλλες ευρωπαϊκές μητροπόλεις, είναι πιθανό η Airbnb να στραφεί περισσότερο σε στρατηγικές συνεργασίες με τοπικούς φορείς ή ακόμα και σε νέα μοντέλα διαμονής, λιγότερο επεμβατικά στον αστικό ιστό.
Χωρίς να αναμένεται πτώση της δημοτικότητάς της σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι εύλογο να προβλεφθεί ότι η ανάπτυξή της θα συνεχιστεί με πιο αργούς ρυθμούς και εντός συγκεκριμένων θεσμικών πλαισίων.







